How-to-stop-repossession

Η οικονομία θέλει δυνατές αποδείξεις…

Tης Χρύσως Αντωνιάδου

H κυπριακή οικονομία και το χρηματοπιστωτικό σύστημα βρίσκονται σε κομβικό σημείο, καθώς πρέπει να αποδείξουν μέσα στο 2017 ότι μπορούν να επιβιώσουν μετά τα απανωτά χαστούκια των τελευταίων χρόνων και χωρίς τα δεκανίκια της Τρόικας.

Πόσο δύσκολο όμως είναι να βγουν από τα αδιέξοδα των τελευταίων χρόνων και πόσο εύκολο είναι να σταθούν και πάλι στα πόδια τους κερδίζοντας την εμπιστοσύνη όχι μόνο των αγορών και των οίκων αλλά και να πείσουν την ίδια την κυπριακή πραγματική οικονομία και τον κόσμο ότι τα δύσκολα έχουν περάσει ανεπιστρεπτί;

Θετικά ναι μεν αλλά…

Γιατί, δυστυχώς, και όπως αναμενόταν, παρά τις θετικές και κατευναστικές δηλώσεις του Υπουργού Οικονομικών Χάρη Γεωργιάδη, αλλά και τις εκτιμήσεις της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου ότι κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2016 συνεχίστηκε η οικονομική ανάκαμψη και σταδιακά η Κύπρος αρχίζει να επουλώνει τις μεγάλες πληγές που άφησε η χρηματοοικονομική κρίση, τα μεγάλα προβλήματα παραμένουν:

Πρώτο, το υψηλό ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων

Δεύτερο, το ψηλό δημόσιο χρέος

Τρίτο, η ασυνήθιστα υψηλή, για τα κυπριακά δεδομένα, ανεργία.

Οι τρεις αυτές προκλήσεις όχι μόνο συνεχίζουν να προκαλούν ανησυχίες, να παραμένουν μεγάλα βαρίδια στην οικονομία και το χρηματοπιστωτικό σύστημα αλλά ταυτόχρονα επηρεάζουν τη βάση του κυπριακού λαού.

Η θετική νότα που δίνει ο Υπουργός Οικονομικών Χάρης Γεωργιάδης για την οικονομία και οι προσπάθειες της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου να υπερτονίσει τις ενθαρρυντικές προοπτικές για τον τραπεζικό τομέα, ο οποίος βρίσκεται τώρα, όπως αναφέρει, σε υγιέστερη βάση δεν είναι αρκετές, ούτε διαφοροποιούν τα μαύρα σύννεφα που συνεχίζουν να υπάρχουν ακόμη πάνω στην οικονομία και στον χρηματοπιστωτικό τομέα.

Σίγουρα, τα μέτρα που λήφθηκαν τα τελευταία χρόνια στήριξαν τους δημοσιονομικούς δείκτες οι οποίοι και καταγράφουν βελτίωση, η εγχώρια ζήτηση επιταχύνεται και οι προσδοκίες δημιουργούν θετικές προοπτικές, όμως ο δανεισμός στον εγχώριο ιδιωτικό τομέα παραμένει σε αρνητικά επίπεδα, δημιουργώντας προβλήματα σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις τα οποία συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας.

Πορεία προς την ανάκαμψη

Η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου παρουσιάζει τον εγχώριο χρηματοπιστωτικό τομέα σε πορεία ανάκαμψης και το τελευταίο τρίμηνο του 2016, θεωρώντας πως η εμπιστοσύνη των καταθετών, τόσο των ξένων αλλά κυρίως των κατοίκων Κύπρου, στο κυπριακό τραπεζικό σύστημα έχει αποκατασταθεί σε σημαντικό βαθμό, με τις καταθέσεις του εγχώριου ιδιωτικού τομέα να συνεχίζουν να καταγράφουν αυξημένους θετικούς ετήσιους ρυθμούς μεταβολής.

Ωστόσο, όπως και οι ίδιες οι αναφορές της, «η απομόχλευση συνεχίζεται, με τα δάνεια προς τον εγχώριο ιδιωτικό τομέα να καταγράφουν αρνητικούς ρυθμούς μεταβολής, παρόλο που καταγράφεται αύξηση στα νέα συμβόλαια δανείων τόσο από εγχώρια νοικοκυριά όσο και από επιχειρήσεις ως αποτέλεσμα κυρίως της επιστροφής της κυπριακής οικονομίας σε θετικούς ρυθμούς μεγέθυνσης των ιστορικά χαμηλών επιτοκίων που ευνοούν τη συνεχιζόμενη ζήτηση νέων δανείων από τον εγχώριο ιδιωτικό τομέα».

Αποτρεπτικά κριτήρια

Παρά την αύξηση στη ζήτηση όλων των κατηγοριών δανείων για ολόκληρο το 2016, τα κριτήρια χορήγησης δανείων εξακολουθούν να είναι αποτρεπτικά για τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά αλλά αναγκαία για τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς που θέτουν «ασπίδα» στους ισολογισμούς μας, προστατεύοντάς τους από τα λάθη και τις παραλείψεις των προηγούμενων χρόνων.

Όσο θετικές κι αν είναι οι ενδείξεις, ο τραπεζικός τομέας παραμένει αντιμέτωπος με το ιδιαίτερα υψηλό επίπεδο των ΜΕΔ, παρά την πρόοδο που καταγράφεται τα τελευταία δύο χρόνια. Από τον Φεβρουάριο του 2015 και μετά παρατηρείται μια πτωτική πορεία του επιπέδου των ΜΕΔ λόγω των προσπαθειών του τραπεζικού και του ιδιωτικού τομέα για απομόχλευση (απομείωση χρεών) των ισολογισμών τους.

Τα κόκκινα δάνεια

Παρόλο που η ίδια η Κεντρική Τράπεζα εκτιμά πως αναμένεται περαιτέρω σταδιακή αύξηση της πιστωτικής επέκτασης, σύμφωνα και με τις προοπτικές της κυπριακής οικονομίας, και με βάση τα αποτελέσματα της Έρευνας Τραπεζικών Χορηγήσεων Οκτωβρίου 2016, η διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων που παραμένουν σε υψηλό επίπεδο, είναι και θα παραμείνει για τα επόμενα, τουλάχιστον χρόνια, η μεγαλύτερα αιματηρή πληγή των τραπεζών.

Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, οι βιώσιμες αναδιαρθρώσεις των ΜΕΔ, η διόρθωση των θεμελιωδών αδυναμιών, οι προσπάθειες για βελτίωση της αξιοπιστίας και της εμπιστοσύνης μπορεί να είναι η αρχή αλλά όχι το τέλος της μεγάλης προσπάθειες για διαχείρισή των κόκκινων δανείων.

Ανέκαθεν η σχέση μεταξύ του ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας και των ΜΕΔ είναι αρνητική. Μόνο με την αύξηση του ρυθμού ανάπτυξης, τα ΜΕΔ θα μειωθούν περαιτέρω.

Οι τράπεζες παλεύουν να διαχειριστούν το μεγαλύτερο βαρίδι τους σε μια περίοδο, όπου οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί υποχρεώνονται να εφαρμόζουν αυστηρότερα κριτήρια χρηματοδότησης, η αξία των ενυπόθηκων ακινήτων μειώνεται, η προσφορά και η ζήτηση μειώνεται και ανεργία αυξάνεται. Από την άλλη οι δανειζόμενοι αντιμετωπίζουν σημαντικές δυσκολίες και προβλήματα στην ομαλή αποπληρωμή των δανείων τους. Μόνο εάν οι συνθήκες βελτιωθούν και το ΑΕΠ αυξηθεί, θα στηριχθεί και η αυξημένη πιστωτική επέκταση από τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, θα αυξηθούν τα εισοδήματα και η κατανάλωση και θα μειωθεί η ανεργία και θα μειωθούν περαιτέρω τα ΜΕΔ.

Επιλογές αλλά…

Μέχρι τότε, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, επηρεάζονται επίσης από την ανεργία που είναι ένας πρόσθετος αλλά κύριος παράγοντας για τους δανειολήπτες στεγαστικών δανείων και δανείων καταναλωτικής πίστης. Γιατί, η ανεργία επηρεάζει δυσμενώς τη ρευστότητα ενός νοικοκυριού και την ικανότητα αποπληρωμής του δανείου του.

Πάντως, καταβάλλονται συνεχείς προσπάθειες, με συνηθέστερες επιλογές αναδιάρθρωσης όπως είναι:

  • H καταβολή μόνο των τόκων του δανείου για βραχυπρόθεσμη περίοδο, συνήθως δύο χρόνια.
  • Η καταβολή μειωμένων δόσεων, με μικρότερη δόση από αυτήν που προβλέπεται στη σύμβαση δανείου, για ορισμένη βραχυπρόθεσμη χρονική περίοδο, ώστε να βοηθηθεί ο δανειολήπτης να διαχειριστεί τη νέα κατάσταση ταμειακών ροών του.
  • Η μείωση της καθορισμένης δόσης του δανείου το οποίο θα πρέπει να αποπληρωθεί σύμφωνα με τη διάρκεια που καθορίζεται στο συμβόλαιο.
  • Η παράταση στην αρχική διάρκεια αποπληρωμής του δανείου, όπως καθορίζεται στη σύμβασης, για να μειωθούν οι δόσεις.
  • Η παραχώρηση πρόσθετης εξασφάλισης για να βελτιωθεί ο δείκτης δανείου προς την αξία και να αντισταθμιστεί ο μεγαλύτερος κίνδυνος.
  • Η ενοποίηση δανείων
  • Η κεφαλαιοποίηση ληξιπρόθεσμων οφειλών.